Το νερό υπό την μορφή υδρατμών αποτελεί αναπόφευκτο συστατικό του αέρα στο περιβάλλον όπου ζούμε και δραστηριοποιούμαστε όλοι οι άνθρωποι. Σε κανονικά επίπεδα υγρασίας (35% - 60%) οι υδρατμοί λειτουργούν θετικά στον ανθρώπινο οργανισμό, προσφέροντας μια αίσθηση άνεσης και ευφορίας.
Ο αέρας είναι σε θέση να συγκρατήσει μια περιορισμένη ποσότητα υδρατμών.Η ποσότητα των υδρατμών που μπορεί να κρατήσει στην μάζα του ο ατμοσφαιρικός αέρας επηρεάζεται άμεσα από την θερμοκρασία περιβάλλοντος.
Δηλαδή όσο υψηλότερη είναι η θερμοκρασία τόσο μεγαλύτερη ποσότητα υδρατμών μπορεί να συγκρατήσει στην μάζα του ο αέρας μέχρι να φτάσει στο σημείο της μέγιστης ποσότητας υδρατμών, όπου χαρακτηρίζεται ως πίεση κορεσμού του αέρα σε υδρατμούς. Αυτό διαπιστώνεται εύκολα και με μία ματιά στις δύο πρώτες στήλες του παρακάτω πίνακα. Παρατηρούμε ότι για θερμοκρασία 14ºC ο αέρας έχει τη μέγιστη δυνατότητα συγκράτησης 12,1 g/m³ μάζας υδρατμών, ενώ για θερμοκρασία 20ºC έχει τη μέγιστη δυνατότητα συγκράτησης 17,3 g/m³ μάζας υδρατμών.
Βασικό στοιχείο αναφοράς είναι η μέτρηση και απεικόνιση της σχετικής υγρασίας του χώρου που μας ενδιαφέρει. Ως σχετική υγρασία ορίζεται η ποσοστιαία αναλογία της ποσότητας υδρατμών που υπάρχουν σε συγκεκριμένο όγκο ατμοσφαιρικού αέρα σε σχέση με την μέγιστη ποσότητα υδρατμών που θα μπορούσαν να υπάρχουν (ή που θα μπορούσαν να συγκρατηθούν στην μάζα του) στον αντίστοιχο όγκο ατμοσφαιρικού αέρα και σε μία συγκεκριμένη θερμοκρασία περιβάλλοντος. Απόλυτη υγρασία είναι η πραγματικά υφιστάμενη ποσότητα υδρατμών στον αέρα και μετριέται σε g/m³.
Σημείο δρόσου ή θερμοκρασία δρόσου είναι η συνάρτηση της διαφοράς εσωτερικής με εξωτερική θερμοκρασία και σχετικής υγρασίας του χώρου όπου παρατηρείται το φαινόμενο της συμπύκνωσης των υδρατμών. Της υγροποίησης δηλαδή των εσωτερικών μη αντιληπτών με γυμνό μάτι υδρατμών που περιέχονται στη μάζα του ατμοσφαιρικού αέρα και αντιστοιχεί στην θερμοκρασία εκείνη όπου παρατηρείται η πίεση κορεσμού του αέρα σε υδρατμούς (βλέπε παρακάτω πίνακα).
Όσο μεγαλύτερη είναι η σχετική υγρασία τόσο ανεβαίνει και το σημείο δρόσου με αποτέλεσμα να φτάνει πιο κοντά στη θερμοκρασία του χώρου και να παρατηρείται το φαινόμενο ιδρώματος των τοίχων και των κουφωμάτων.
Αυτό εξηγεί και τον λόγο όπου το φαινόμενο της συμπύκνωσης και κατ' επέκταση της μούχλας στα δομικά στοιχεία, εμφανίζεται κυρίως στις κουζίνες και τα μπάνια. Διότι μπορεί σε ένα σπίτι να υπάρχει η ίδια θερμοκρασία ανάμεσα στους χώρους, αλλά παράγονται περισσότεροι υδρατμοί (500 έως 1.000 g/h από μαγείρεμα και 1.000 έως 3.000 g/h από ντους) στην κουζίνα και στο μπάνιο λόγω συγκεκριμένων δραστηριοτήτων σε σχέση π.χ. με το σαλόνι όπου μπορεί να μην πραγματοποιείται καμία δραστηριότητα πλην της καθημερινής διαβίωσης (50 g/h υδρατμών από την αναπνοή). Έτσι για την ίδια θερμοκρασία περιβάλλοντος (π.χ. 22ºC), μπορεί στον ένα χώρο η σχετική υγρασία να είναι 80% (π.χ μπάνιο) και σε κάποιον άλλο 50% (π.χ. υπνοδωμάτιο).
Μελετώντας τον παρακάτω πίνακα σε σχέση με το παράδειγμα διαπιστώνουμε ότι στον ένα χώρο (μπάνιο) με σχετική υγρασία 80% θα εμφανιστεί το φαινόμενο της συμπύκνωσης στους 18,4ºC (μόλις 3,6 βαθμούς ψύξης) ενώ στον άλλο χώρο (υπνοδωμάτιο) για να εμφανιστεί το φαινόμενο της υγροποίησης πρέπει η θερμοκρασία να πέσει από τους 22ºC στους 11,1ºC (10,9 βαθμοί ψύξης). Έτσι συμπεραίνεται ότι στις επιφάνειες του χώρου οι οποίες έχουν θερμοκρασία χαμηλότερη από τη θερμοκρασία δρόσου, δημιουργείται υγροποίηση και συμπύκνωμα.
Σε συνάρτηση μιας θερμοκρασίας περιβάλλοντος και ενός καθορισμένου ποσοτού υγρασίας από τον πίνακα, μπορεί να βρεθεί η θερμοκρασία του σημείου δρόσου με βάση την ψύξη του αέρα που αναγράφεται στις στήλες της σχετικής υγρασίας.
Παράδειγμα: Για να προσδιοριστεί το σημείο δρόσου, δηλαδή η αρχή της εμφάνισης συμπύκνωσης υδρατμών σε έναν χώρο με θερμοκρασία στους 20°C και σχετική υγρασία 70%, αφαιρούμε από την θερμοκρασία την τιμή ψύξης που βρίσκεται στον πίνακα στην κολώνα του 70%στην γραμμή της θερμοκρασίας 20°C, δηλαδή 5,6°C. Άρα 20 - 5,6 = 14,4°C είναι το σημείο δρόσου ή αλλιώς η αρχή του φαινομένου συμπύκνωσης.
Χρήσιμο εργαλείο μέτρησης του σημείου δρόσου μπορείτε να βρείτε πατώντας εδώ
Το παραπάνω φαινόμενο παρατηρείται στο μεγαλύτερο ποσοστό των ιδιωτικών κτηρίων και πρέπει να αντιμετωπίζεται με εξειδικευμένη μελέτη και πρόταση εφαρμογής. Πολλοί μπερδεύονται και αποδίδουν τα αίτια σε υγρασία προερχόμενη από την ταράτσα ενώ κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Αντιθέτως η εφαρμογή μόνο στεγανωτικής στρώσης μπορεί να επηρεάσει αρνητικά επιδεινώνοντας το φαινόμενο .
Το φαινόμενο της συμπύκνωσης υδρατμών και η δημιουργία μούχλας στον εσωτερικό χώρο οφείλεται στην πλημμελή ή καθόλου θερμομόνωση της ταράτσας ή του τοίχου.
Η σωστή αντιμετώπιση του φαινομένου συνίσταται στην τοποθέτηση θερμομόνωσης στην ταράτσα και τους τοίχους και το εσωτερικό βάψιμο με αντιμουχλικά και θερμοανακλαστικά χρώματα. Θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή τόσο στην ποιότητα των υλικών όσο και στο σύστημα που θα εφαρμοστεί. Να προτιμάτε πιστοποιημένα συστήματα βάση ΕΛΟΤ και όχι πατέντες.
Παρακάτω δείτε το σχετικό διάγραμμα κατά το οποίο παρουσιάζονται οι σχέσεις θερμοκρασίας και υγρασίας για καλύτερες συνθήκες διαβίωσης.